Από τα πολύβουα σοκάκια της Τύνιδας μέχρι τις περίφημες οάσεις και το «νησί των Λωτοφάγων».
Από την Ταξιδευτούλα
Η Τυνησία έμοιαζε ένας εξωτικός προορισμός, το ιδιαίτερα ενδιαφέρον όμως σε αυτό το ταξίδι γνωρίζαμε ότι είναι ο γύρος των οάσεων, για τις οποίες άλλωστε φημίζεται! Το καλοκαίρι οι θερμοκρασίες στη Σαχάρα είναι σχεδόν απαγορευτικές, τα Χριστούγεννα στις βόρειες πόλεις έχει κρύο, που δεν ταιριάζει στην Αφρική, έτσι λοιπόν η άνοιξη μας φάνηκε μονόδρομος.
Για άλλη μία φορά βρεθήκαμε να κάνουμε Πάσχα σε μουσουλμανική χώρα. Η πτήση μας ήταν αργά τη νύχτα, έτσι πήγαμε κατ’ ευθείαν στο ξενοδοχείο. Η εξερεύνηση θα άρχιζε την επόμενη μέρα.
Είναι 28 Απριλίου, μέρα των γενεθλίων μου, και εμείς βρισκόμαστε να τριγυρνάμε στα πολύβουα σοκάκια της Τύνιδας. Πανέμορφες αραβικές πόρτες, καφενεία με ναργιλέδες, όπου βλέπεις μόνο άνδρες να κάθονται, πωλητές στα σουκ να σε ρωτάνε από πού είσαι, στα μαγαζάκια με γλυκά να σου προσφέρουν το παραδοσιακό γλύκισμα με χουρμά, γυναίκες με μαντήλες να κάνουν τα ψώνια τους και άλλα πολλά.

Έξω από τα τείχη της Μεδίνας, υπέροχα Art Nouveau κτήρια από την εποχή της γαλλικής κυριαρχίας. Η Τύνιδα, που είναι και η πρωτεύουσα, είναι μια μίξη Μεσογείου και Βόρειας Αφρικής. Άλλωστε τα γαλλικά είναι μαζί με τα αραβικά οι βασικές γλώσσες που μιλάνε οι Τυνήσιοι.
Στο κλείσιμο λοιπόν μίας όμορφης και γεμάτης μέρας και ενώ ακούγαμε τον μουεζίνη να καλεί τους πιστούς και πάνω που έβγαζα μία τελευταία φωτογραφία, σε δευτερόλεπτα ένα χέρι μου αρπάζει το κινητό και τρέχει στα στενά σοκάκια! Αρχίζει ένα απίστευτο κυνηγητό με φωνές και ποδοβολητά στα στενά δρομάκια. Ένας ντόπιος προσπαθεί να τον σταματήσει σε ένα μακρύ σοκάκι αλλά για μερικά χιλιοστά ο νεαρός ξεφεύγει μέσα από τα χέρια μας, η αναπόφευκτη πτώση μας καθυστερεί και στην πολυκοσμία της πλατείας που ακολουθεί χάνεται κάθε ελπίδα.

Ο ντόπιος, που προσπάθησε να τον πιάσει, μας οδηγεί στο διπλανό καφενείο, όπου ένας γνωστός του προθυμοποιείται να μας βοηθήσει. Ανεβάζει τον άντρα μου στο μηχανάκι του και αρχίζουν να ψάχνουν προς αναζήτηση του κλέφτη. Στα 200 μέτρα τον βλέπουν με τον φίλο του να περπατάνε χαλαρά στο απέναντι πεζοδρόμιο. Πλησιάζουν και γρήγορα παραδέχεται ότι το πήρε και συμφωνεί να το επιστρέψει έναντι 30 ευρώ. Το πνεύμα των γενεθλίων με βοήθησε και έτσι τέλος καλό όλα καλά! Συμβαίνουν και αυτά και όχι μόνο στα ταξίδια.
Την επόμενη μέρα τα υπέροχα πλάσματα που εργάζονται στο ξενοδοχείο, μας βοηθούν να βγάλουμε λεφτά από το μηχάνημα που δεν είχε επιλογή για αγγλικά (γαλλικά δεν γνωρίζουμε), επίσης να βάλουμε κάρτα στο κινητό και την εφαρμογή για ταξί. Έχουμε να το λέμε, όλο το προσωπικό του Dar El Medina στο κέντρο της Τύνιδας ήταν εξαιρετικό! Μας έκαναν να νιώσουμε σας να είμαστε σπίτι μας.
Εκτός της πόλης σχεδόν αυτονόητη είναι μια επίσκεψη στην Αρχαία Καρχηδόνα κυρίως λόγω της ιστορικής της σημασίας. Εμείς προτιμήσαμε να επισκεφτούμε την παραθαλάσσια πλευρά της. Το άκρως τουριστικό Sidi Bou Said, που βρίσκεται πολύ κοντά και κάτσαμε για ένα καφέ, ίσως θα έπρεπε να το έχουμε αποφύγει.

Στην Τυνησία έχει ενδιαφέρον ο τρόπος μετακίνησης από πόλη σε πόλη. Τα λεγόμενα λουάζ, κάτι μεταξύ λεωφορείου και ταξί. Μικρά βανάκια που χωράνε 8 επιβάτες και κοστίζουν λίγα ευρώ για 2-3 ώρες απόσταση. Μόνο που πρέπει να περιμένεις να γεμίσουν όλες οι θέσεις για να φύγουν! Πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να χρειαστεί να περιμένεις και 2 ώρες, ευτυχώς δε χρειάστηκε να περιμένουμε πάνω από 30 λεπτά.
Επόμενος σταθμός μας μετά την Τύνιδα η περίφημη Καϊρουάν, η τέταρτη πιο ιερή πόλη του Ισλάμ μετά τη Μέκκα, την Ιερουσαλήμ και τη Μεδίνα. Μία όμορφη και ατμοσφαιρική αραβική πόλη που σε μεταφέρει στο παρελθόν. Εδώ άλλωστε γυρίστηκαν πολλές σκηνές από την ταινία «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και οι Κυνηγοί της Χαμένης Κιβωτού». Πρώτη στάση, μετά από λίγες ώρες περιήγησης, ένα παλιό καφενείο.
Ένας ιδιαίτερος τύπος που στην αρχή νομίζαμε ότι είναι θαμώνας, αλλά τελικά ήταν ένας σερβιτόρος που άραζε σε ένα τραπέζι, ξεχωριστή φιγούρα σαν καρικατούρα, ψηλός, λιγνός με μουστάκι και κατσαρά μαλλιά, ομιλητικότατος, στο επόμενο μισάωρο μας είχε εξιστορήσει τη ζωή του και μας είχε αναπτύξει τις απόψεις του για όλα τα σημαντικά ζητήματα που απασχολούν τον άνθρωπο! Ο νέος συμπαθής φίλος μας προσφέρθηκε στη συνέχεια να μας ξεναγήσει, ώστε να ανακαλύψουμε τα μυστικά της Ιερής πόλης και όντως μας έδειξε κάποια ωραία σημεία και μας βοήθησε να βρούμε πώς θα φύγουμε την επόμενη μέρα πηγαίνοντάς μας στον σταθμό των λεωφορείων. Εκεί για καλή μας τύχη τσίμπησε δύο τουριστριούλες που προσπάθησε να τις βοηθήσει να προσανατολιστούν και έτσι μας άφησε ήσυχους!

Το επόμενο πρωί βρεθήκαμε να ταξιδεύουμε με το λεωφορείο (δεν υπάρχει λουάζ για την επόμενη πόλη). Η Τοζέρ πνιγμένη στους φοίνικες και με αυξημένη ζέστη, σου δίνει την αίσθηση ότι πλησιάζεις στο νότο, φημίζεται άλλωστε για την τεράστια παραγωγή χουρμάδων στη χώρα!
Η μεγαλύτερη έκπληξη όμως ήταν το ξενοδοχείο, χωμένο στη μικρή αλλά πολύ ξεχωριστή Μεδίνα! Άνοιγες τις πόρτες του και έμπαινες σε ένα μικρό παράδεισο! Αρχίσαμε την εξερεύνηση στην Τοζέρ από το Berber Café, ένα παραδοσιακό καφενείο με έναν πολύ συμπαθητικό ιδιοκτήτη, καλόκαρδο και με χιούμορ. Στη συνέχεια περιηγηθήκαμε στους δρόμους μέσα και έξω από τη Μεδίνα, περπατήσαμε σε ένα τεράστιο φοινικόδασος (250.000 χουρμαδιές μας είπαν) και αγοράσαμε (τι άλλο;) χουρμάδες από ντόπιο παραγωγό. Η Τοζέρ είναι μία ατμοσφαιρική πόλη, μία γαλήνια όαση, ιδανική για εισαγωγή στο νότο της Τυνησίας!

Την επόμενη μέρα σειρά είχε ο περίφημος γύρος των οάσεων Chebika, Tamerza και άλλα εξωπραγματικά τοπία, όπου γυρίστηκαν πολλές ταινίες, με πιο γνωστή την «Ο πόλεμος των Άστρων». Ύστερα από μια τρίωρη περιήγηση καταλήξαμε στην πόλη Ντουζ, τη λεγόμενη πύλη της Σαχάρας!

Βολτάροντας στην πόλη γνωρίσαμε έναν Βέρβερο έξω από το μαγαζάκι του, με την παραδοσιακή φορεσιά του και το κλασικό τουρμπάνι στο κεφάλι, ομιλητικός και φιλικότατος, μας κέρασε τσάι και, όπως καταλαβαίνετε, καθίσαμε αμέσως μαζί του! Γεννημένος στην έρημο χωρίς να ξέρει πότε! Ταξίδεψε στην Ευρώπη, έζησε μερικά χρόνια στην Ισπανία (έχει ένα γιο εκεί) και επέστρεψε μην αντέχοντας τη ζωή σε ένα διαμέρισμα μιας πόλης. Πίσω στη χώρα του κάθε καλοκαίρι παίρνει τις καμήλες του και μετακομίζει στη σκηνή του στα βάθη της ερήμου με οδηγό τα αστέρια! (άντε τώρα να γυρίσεις στο γραφείο μετά από αυτά!).
Την επόμενη μέρα μας πήρε ένας μουστακαλής, ο Μουσταφά με το τεράστιο τουρμπάνι του και το ταλαιπωρημένο του τζιπ και χαθήκαμε στην έρημο. Ένα δίωρο ανώμαλης οδήγησης σε τεράστιους αμμόλοφους, πριν φτάσουμε στην όαση Ξαρ Γκιλάν, όπου θα κατασκηνώναμε το βράδυ. Μια βόλτα με καμήλες στο ηλιοβασίλεμα πριν το βραδινό επιβαλλόταν.

Το πρωί αφήνοντας πίσω μας την όαση ξεκινήσαμε να επισκεφτούμε τα Ξουρ, τα μοναδικά αυτά χτίσματα από πηλό, που χρησιμοποιούσαν ως αποθήκες τροφίμων τα παλιά χρόνια. Κατευθυνθήκαμε με τον Μουσταφά και το σαραβαλιασμένο τζιπ του στη Βερβέρικη έρημο. Μετά στη διάσημη για τα υπόσκαφα σπίτια Ματμάτα με το ξενοδοχείο Sidi Driss, όπου γυρίστηκε ο «Πόλεμος των Άστρων». Οι φιλόξενοι κάτοικοι μας άφησαν να ικανοποιήσουμε τη περιέργεια μας και να περιηγηθούμε στις υπόγειες στοές των τρωγλοδυτών, όπου έμεναν οι Βέρβεροι, για να γλυτώσουν από τον καύσωνα του νότου.

Κάπου εκεί αποχαιρετήσαμε τον Μουσταφά, που μας άφησε σε ένα παράξενο έρημο σταθμό (θύμιζε σκηνικό από ταινία κάπου στο Μεξικό!), περιμένοντας το λεωφορείο, με πέντε ντόπιους στο διπλανό καφενείο, για να μας πάει στη πλησιέστερη πόλη, από όπου θα παίρναμε το επόμενο λουάζ, για να μεταφερθούμε στο νησί Djerba.
Αργά το βράδυ φτάνουμε στο μεγαλύτερο νησί της χώρας, που θεωρείται το νησί των Λωτοφάγων (γνωστό από το ταξίδι του Οδυσσέα). Εδώ θα ξεκουραζόμασταν δυο μέρες από την σκόνη της ερήμου. Απολαύσαμε τον ήλιο και τη θάλασσα, πριν ξεκινήσουμε για τη Σφαξ, με το επόμενο λουάζ. Υποτιμημένη πόλη, χωρίς τουρισμό, κάτι που την έκανε πιο γοητευτική στα μάτια μας. Μάλιστα η τεράστια Μεδίνα της, τη μέρα που φτάσαμε, ήταν έρημη, επειδή η αγορά ήταν κλειστή, και είδαμε μια τελείως διαφορετική όψη της σε σχέση με την επομένη μέρα που το πολύβουο πλήθος της έδινε ζωή και φασαρία. Φύγαμε συνεπαρμένοι για την τελευταία στάση μας, την πολύ όμορφη Σους!

Εδώ ο τουρισμός άρχισε να κάνει πάλι την εμφάνιση του, υπήρχε όμως μια πολύ γοητευτική Μεδίνα με αραβικά καφενεία και μαγικές γωνιές, για να χαθείς στην επομένη στροφή. Κάναμε ένα υπέροχο κλείσιμο ταξιδιού, πριν επιστρέψουμε στην Τύνιδα, από όπου θα παίρναμε το αεροπλάνο του γυρισμού. Τη διάσημη Χαμμαμέτ την προσπεράσαμε. Φοβηθήκαμε ότι ως η πιο τουριστική πόλη θα μας χαλούσε αυτή τη μαγεία που έχει η συναναστροφή μας με τους ντόπιους.
Η αλήθεια είναι ότι σε αυτή τη χώρα νιώσαμε λίγο σαν το σπίτι μας. Ίσως φταίει που ήμασταν στη Mεσόγειο, ίσως το ότι κινηθήκαμε με τα μέσα μεταφοράς, κυρίως όμως πιστεύω ήταν ότι οι άνθρωποι μας αντιμετώπισαν σαν φίλους, μας άνοιξαν τα σπίτια τους και τις καρδιές τους και μας είπαν τις ιστορίες τους, ενώ είχαν περιέργεια να μάθουν και για μας.
Δε θα ξεχάσουμε τον αγαπημένο Αζίζ από την Τύνιδα, που τόσο μας βοήθησε, ούτε τον καλόκαρδο και πλακατζή ιδιοκτήτη του Berber Café στην Τοζέρ, πόσο μάλλον τον αυθεντικό Βέρβερο που μας κέρασε τσάι στη Ντουζ και τόσους ακόμα που θα τους έχουμε πάντα στην καρδιά μας.
Η Τυνησία δεν είναι τόσο instagramική, όσο π.χ. το κοντινό Μαρόκο, είναι όμως πιο αυθεντική και ένας ταξιδιώτης θα την εκτιμήσει ίσως περισσότερο!